24 Ιανουαρίου 2013

Καλή αντάμωση - Έλενα Λιόγκα

          ήταν δυο διδυμάκια όμορφα γκρι ποντικάκια, γεννηθήκανε μαζί σε μια 
όμορφη αυλή
είχαν φαμελιά μεγάλη, αδερφάκια με καμάρι, που φροντίζαν τα μικρά, να χουν όλα τα καλά


έτρεχαν έξω στον ήλιο και πηδούσαν γυρω γύρω

ήτανε ευτυχισμένα και πολύ πολύ δεμένα

ώσπου κάποτε εκεί στην μικρούλα την αυλή ξέσπασε κακό μεγάλο

καταιγίδα ήρθε μεγάλη, βροχηηηή μέρες, με χαλάζι

σκόρπισε τον πανικό στο μικρούλι το χωριό

τρέχαν τώρα φοβισμένα κι όλα διασκορπισμένα,

 χαθήκαν  κι απ'τη φαμελιά τους

ψάχνουν γύρω και φωνάζουν.

τα μικράκια διδυμάκια με τα δυο τους τα χεράκια

κολλημένα το να στ'άλλο τρέχουνε για να σωθούνε

δεν μπορούν, μα προσπαθούνε.

-κράτησέ με αδερφάκι! μη μου αφήνεις το χεράκι

- κράτα με και συ σφιχτά να χω εσένα σιγουριά

μα στο δεύτερο δεντράκι πίσω πίσω απ'το θαμνάκι

λίμνη με νερό πολύ δε τα κράτησε μαζί

πήγε το να απο δω και το άλλο απο κει.

-γεια χαρά σου αδερφάκι καλό δρόμο! καλή μάχη!

σου το λεω να θυμάσαι πως σε τούτο το δεντράκι

ραντεβού εγω σου δίνω και τον λόγο μου δε σβήνω!

το να μπήκε σε καράβι μες στη τόση παραζάλη

και κοιμήθηκε βαριά μα ξύπνησε σ'άλλη γειτονιά.

κτήρια είχε μεγάλα, κόσμο, δρόμους, πολλά άλλα

βρήκε ένα σπιτικό κι έμεινε πολύ καιρό

συνήθισε την φασαρία, την πολλή πολυκοσμία

έκανε πολλές δουλειές, κι είχε φτιάξει φαμελιά απο την αρχή ξανά

τ'άλλο τώρα τάδερφάκι έμεινε στο χωριουδάκι

έτρεχε μες στους αγρούς μες στους κάμπους τους πολλούς

ήταν ξέγνοιαστο πολύ, πέρναγε ζωή καλή.

μα μια μέρα το πρωί, καθώς έψαχνε να βρει,, λίγο νόστημο φαγάκι

πέρασε κι απ'το δεντράκι ,που χε χάσει τ'αδερφάκι

τα ματάκια του γουρλώσαν καθως είδε ξαφνικά μια γνωριμη ουρά

-αδερφάκι μου καλό έχω τόοοσο να σε δω ,πως ξεφύτρωσες εδω;

- αχ και να ξερες και συ, μεσα στην πολλή βροχή χώθηκα σ'ένα κλουβάκι που ταν τελικά βαρκάκι

και με πήγε σένα βράδυ σε μια πόλη μακριά, χωρίς εσένα συντροφιά

-ήρθα τώρα να σε πάρω, να σου δείξω εκει πέρα, πως περνώ εγω στα ξένα

θα σ'αρέσει και θα μείνεις! δε θα ψάχνεις για να βρίσκεις το φαγάκι κάθε μέρα, είναι έτοιμο εκεί πέρα

φτάσανε στη πόλη μέσα, μα στο ποντικάκι τώρα ξένιζε όλη η χώρα!

δε μπορούσε ν'αναπνεύσει δε μπορούσε ούτε να τρέξει

ένιωθε φόβο πολύ, έκλαιγε απ'τη ταραχή

-αδερφέ μου δεν αντέχω νιώθω πως θα καταρρεύσω

σ'αγαπώ τόσο πολύ, μα μου λείπει η αυλή, φεύγω τώρα, τα μαζεύω

πίσω πάω δεν αντέχω! μα το ξερεις πως εμείς ένα είμαστε, θα δεις, το δεντράκι μας, μας δένει

όποτε και συ μπορείς θα'ρχεσαι για να με δεις, σου υπόσχομαι και γω να κάνω πάντα οτι μπορώ!

-γεια καλό μου αδερφάκι ξέρω, δύσκολο πολύ σε μια πόλη σα κι αυτή να ρθεις τώρα για να μείνεις.

έλα να σε αγκαλιάσω και σε σένα να φωνάξω, καλή αντάμωση μια μέρα, δίπλα σε ωραία πεύκα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: